fbpx

Διαδικασιες Ελεγχου Για Τη Διαπιστωση Ρευματοκλοπης - Ποιό Το Νομικό Πλαίσιο

Αυξηση Των Περιπτώσεων Ρευματοκλοπης

Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται σημαντική αύξηση των  περιπτώσεων ρευματοκλοπής που διερευνώνται δικαστικά. Αν επισκεφθεί κανείς τα ποινικά Δικαστήρια και συγκεκριμένα τα αρμόδια Πλημμελειοδικεία, θα παρατηρήσει ότι στα πινάκια των εκκρεμών προς εκδίκαση ποινικών υποθέσεων το αδίκημα της ρευματοκλοπής είναι πλέον πιο συχνό από ποτέ. Γιατί συμβαίνει αυτό; Πώς εξηγείται η συχνότητα διερεύνησης ή και τέλεσης του αδικήματος της ρευματοκλοπής;

Η αλήθεια είναι ότι η κλοπή ηλεκτρικής ενέργειας δεν είναι καινούργιο φαινόμενο. Η χρηματική αξία της ηλεκτρικής ενέργειας δεν ήταν ποτέ αμελητέα, συνεπώς είναι δεδομένο πως ανέκαθεν υφίστατο κίνητρο κλοπής της ηλεκτρικής ενέργειας. Δεδομένου ότι αναφερόμαστε σε ενέργεια κι όχι σε κάποιο χειροπιαστό πράγμα, θεωρούμε πως πρέπει να διευκρινιστεί ότι με τον όρο ρευματοκλοπή ή κλοπή ηλεκτρικής ενέργειας περιγράφεται η κατανάλωση ή αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας, χωρίς τούτο να καταγράφεται από μετρητή, ώστε να μην είναι δυνατή η χρέωση του καταναλωτή – δράστη της αξιόποινης πράξης. 

Τα τελευταία έτη, εκτός από τις διαρκείς αυξήσεις των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας που ενισχύουν το κίνητρο για την κλοπή της, ιδιαίτερα στις μέρες μας που με τον πόλεμο στην Ουκρανία η τιμή της έχει εκτοξευθεί, και χωρίς να γνωρίζουμε για πόσο χρονικό διάστημα θα παραμείνει σε αυτά τα ύψη,   παρατηρείται   μία σημαντική μεταβολή των συνθηκών, που έχει ανατρέψει τα δεδομένα στην αγορά ενέργειας. Η μεταβολή αυτή των συνθηκών δεν είναι άλλη από την διαρκώς επεκτεινόμενη αγορά κρυπτονομισμάτων. Για την παραγωγή κρυπτονομισμάτων (cryptomining), απαιτείται η κατανάλωση σημαντικής ποσότητας ηλεκτρικής ενέργειας, δηλαδή αντί να αγοράσει κανείς ένα κρυπτονόμισμα, μπορεί να εκκινήσει διαδικασία παραγωγής του κρυπτονομίσματος, όμως η διαδικασία αυτή απαιτεί κατανάλωση μεγάλης ποσότητας ηλεκτρικής ενέργειας. Ταυτόχρονα, η παραγωγή κρυπτονομισμάτων συνιστά την πιο άμεση μετατροπή της καταναλωθείσης ηλεκτρικής ενέργειας σε (κρυπτονόμισμα), δηλαδή σε χρήμα, που τοποθετείται εκτός του χρηματοπιστωτικού συστήματος και δεν είναι εύκολο να εντοπισθεί ή κατασχεθεί.

Πως Καταγραφεται Η Ποσοτητα Του Καταναλωθέντος Ηλεκτρικου Ρευματος;

Είτε αναφερόμαστε σε μία οικιακή σύνδεση, είτε σε μία εμπορική σύνδεση, το καταναλωθέν ρεύμα καταγράφεται από μετρητή, που εγκαθιστά η εταιρεία ΔΕΔΔΗΕ Α.Ε. (Διαχειριστής του Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας). Ο μετρητής αυτός, (γνωστός και ως Ρολόι), είναι συνδεδεμένος στην εκάστοτε παροχή κατά τέτοιο τρόπο, ώστε το ηλεκτρικό ρεύμα, που καταναλώνουμε να διέρχεται πάντοτε μέσα από αυτόν και να τίθενται σε κίνηση οι δίσκοι καταγραφής της ενέργειας. Ανάλογα με την ποσότητα ηλεκτρικού ρεύματος, που καταναλώνουμε αυξομειώνεται και η ταχύτητα κίνησης των δίσκων καταγραφής, ο οποίος τελικά κινητοποιεί τις ροδέλες καταγραφής των κιλοβατώρων. Η καταγραφή του ηλεκτρικού ρεύματος μοιάζει με την καταγραφή των διανυθέντων χιλιομέτρων σε παλαιούς μη ηλεκτρονικούς χιλιομετρητές αυτοκινήτων.

 

Διαδικασια Διαπιστωσης Ρευματοκλοπης

Ρευματοκλοπή διαπιστώνεται από εξειδικευμένα ελεγκτικά συνεργεία του ΔΕΔΔΗΕ Α.Ε. είτε μετά από καταγγελία, είτε μετά από διαπίστωση μη συνηθισμένης αυξομείωσης στην κατανάλωση του ηλεκτρικού ρεύματος. Η διαδικασία διαπίστωσης ρευματοκλοπής περιγράφεται αναλυτικά στο Εγχειρίδιο Ρευματοκλοπών,το οποίο εκδόθηκε σε εφαρμογή της παρ.23 του άρ.95 του Κώδικα Διαχείρισης Δικτύου Διαχείρισης Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΡΑΕ αρ.απόφασης 236/2017, ΦΕΚ Β/1871/30-5-2017). Τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα της ΔΕΔΔΗΕ Α.Ε. αναζητούν κατά τον έλεγχο στοιχεία από τα οποία να προκύπτει είτε επέμβαση στο μετρητή, είτε δυσλειτουργία του μετρητή, είτε  επέμβαση στις ενδείξεις του μετρητή, είτε παράκαμψη ή αποξήλωση του μετρητή, δηλαδή κάθε στοιχείο, που μπορεί να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι η καταναλωθείσα ηλεκτρική ενέργεια δεν καταγράφεται, ή δεν καταγράφεται ορθώς. 

Η διαδικασία διαπίστωσης ρευματοκλοπής απαιτεί αυξημένη διαφάνεια. Για το λόγο αυτό προβλέπεται στο Εγχειρίδιο Ρευματοκλοπών ότι ο αιφνιδιαστικός έλεγχος της εκάστοτε παροχής διενεργείται πάντοτε από δύο έμπειρους τεχνικούς, οι οποίοι συνοδεύονται όπου είναι δυνατό, από εκπρόσωπο ανεξάρτητου φορέα ελέγχου της διαδικασίας, χωρίς να ανακοινώνεται μάλιστα στον τελευταίο η υπό έλεγχο παροχή μέχρι την τελευταία στιγμή του ελέγχου. Ο χρήστης της παροχής ενημερώνεται τη στιγμή του ελέγχου και καλείται να παρασταθεί κατά τη διαδικασία. Η διαδικασία εξέλιξης του ελέγχου της παροχής είναι διαφορετική σε περιπτώσεις διαπιστωμένης ρευματοκλοπής, όπου τα στοιχεία είναι συντριπτικά και η ρευματοκλοπή προκύπτει από μόνη την αυτοψία στην παροχή και διαφέρει σε περιπτώσεις πιθανολογούμενης ρευματοκλοπής, όπου τα στοιχεία κατά την αυτοψία στην παροχή δεν είναι αρκετά για τη διαπίστωση ρευματοκλοπής και απαιτείται περαιτέρω εργαστηριακός έλεγχος των στοιχείων της σύνδεσης. 

 

Συχνη Παραβιαση Ουσιωδους Τυπου Της Διαδικασιας Απο Το ΔΕΔΔΗΕ

Δυστυχώς, παρά τις αυξημένες απαιτήσεις για διαφάνεια παρατηρούνται παραλείψεις και σφάλματα κατά την ελεγκτική διαδικασία, που δημιουργούν ανασφάλεια περί της ορθότητας της τελικής κρίσης των αρμόδιων ελεγκτικών οργάνων όπως για παράδειγμα:

1)  Παραβίαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας διαπίστωσης ρευματοκλοπής , λόγω έλλειψης προηγούμενης ειδοποίησης του χρήστη για παράσταση κατά τη διενέργεια αυτοψίας από το τεχνικό συνεργείο:

Όπως ορίζεται στο άρθρο 6 (Διαδικασία διαπίστωσης ρευματοκλοπής) του Εγχειριδίου Ρευματοκλοπών, το οποίο εκδόθηκε σε εφαρμογή της παρ.23 του άρ.95 του Κώδικα Διαχείρισης Δικτύου Διαχείρισης Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΡΑΕ αρ.απόφασης 236/2017, ΦΕΚ Β/1871/30-5-2017) : «......4. Ο χρήστης της παροχής, ή άλλος παριστάμενος στο ακίνητο ή την εγκατάσταση που εξυπηρετεί η παροχή εκπρόσωπος του, αναζητείται και, εφόσον παρίσταται, ενημερώνεται περί του επικείμενου ελέγχου της μετρητικής διάταξης, ενώ του ζητείται να επιτρέψει, ως οφείλει, την προσπέλαση στον μετρητή, στις περιπτώσεις που ο τελευταίος βρίσκεται σε μη απευθείας προσβάσιμο σημείο εντός του ακινήτου....». Ακόμα στο άρθρο 8 (Ενημέρωση του Χρήστη της Παροχής για τη διενέργεια ελέγχου) του ίδιου εγχειριδίου ορίζεται ότι: «Συντάσσεται επί τόπου και επιδίδεται στον χρήστη ή θυροκολλείται δελτίο επίσκεψης συνεργείου με το οποίο ενημερώνεται ο χρήστης για το χρόνο διενέργειας του ελέγχου, το πλαίσιο στο οποίο έλαβε χώρα αυτός, την έκβαση του (διαπίστωση ρευματοκλοπής, πιθανολογούμενη ρευματοκλοπή, ουδέν εύρημα) και τυχόν ενέργειες που έπονται. Στο δελτίο αναγράφονται επίσης τα στοιχεία της οικείας τοπικής μονάδας του Διαχειριστή Δικτύου (Περιοχή), του συνεργείου που διενήργησε τον έλεγχο, του εκπροσώπου του ανεξάρτητου φορέα, του αστυνομικού οργάνου και του καταναλωτή ή εκπροσώπου του, οι οποίοι παρίσταντο.». Παρά τις ανωτέρω σαφείς οδηγίες του Εγχειριδίου Ρευματοκλοπών, παρατηρείται μη τήρηση της διαδικασίας, δηλαδή έλλειψη ενημέρωσης του χρήστη και μη θυροκόλληση δελτίου επίσκεψης συνεργείου. 



2) Παραβίαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας διαπίστωσης ρευματοκλοπής λόγω παράλειψης ενημέρωσης αστυνομικών οργάνων σε περίπτωση διαπιστωμένης ρευματοκλοπής. 

Ο ΔΕΔΔΗΕ οφείλει να ενημερώνει τα όργανα της αστυνομικής αρχής ώστε να παραστούν κατά τη διενέργεια της αυτοψίας και αποξήλωσης του υπό έλεγχο μετρητή. Σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ.5 του Εγχειριδίου Ρευματοκλοπών, το οποίο εκδόθηκε σε εφαρμογή της παρ.23 του άρ.95 του Κώδικα Διαχείρισης Δικτύου Διαχείρισης Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΡΑΕ αρ.απόφασης 236/2017, ΦΕΚ Β/1871/30-5-2017): «Εφόσον από τα ευρήματα τεκμαίρεται διαπιστωμένη ρευματοκλοπή, τα ευρήματα φωτογραφίζονται με καταγραφή ημερομηνίας, ενώ καταβάλλεται προσπάθεια να παρίστανται κατά τη φωτογράφιση αστυνομικό όργανο, καθώς και ο καταναλωτής ή εκπρόσωπος του, στους οποίους και επιδεικνύονται τα ευρήματα της ρευματοκλοπής, πριν από οποιαδήποτε επέμβαση προς άρση της. Ο ΔΕΔΔΗΕ οφείλει να συλλέγει και να τηρεί στοιχεία προς απόδειξη της προσπάθειας κλήσης αστυνομικού οργάνου, σε περίπτωση μη προσέλευσης του.»Όμως σε πολλές περιπτώσεις η αστυνομία δεν ενημερώνεται για τη διαπίστωση ρευματοκλοπής και ο ΔΕΔΔΗΕ προβαίνει σε αβάσιμες ερμηνείες της νομοθεσίας, για να δικαιολογήσει την παράλειψη αυτή. 

 

3)Μεγάλη χρονική απόσταση από την αποξήλωση του εκάστοτε μετρητή  μέχρι τη διενέργεια του εξειδικευμένου εργαστηριακού ελέγχου του. 

Ο έλεγχος του μετρητή στο εκάστοτε εξειδικευμένο εργαστήριο του ΔΕΔΔΗΕ πρέπει να πραγματοποιείται τάχιστα και όχι μετά από μήνες. Η καθυστέρηση διενέργειας ελέγχου δημιουργεί ανασφάλεια δικαίου, δεδομένου ότι συνήθως τα ελεγκτικά όργανα δεν συνοδεύονται από εκπρόσωπο ανεξάρτητης ελεγκτικής αρχής κατά την αποξήλωση, δεν ειδοποιούν την αστυνομία ή δεν προσέρχεται αστυνομικό όργανο κατά την άνω διαδικασία και ταυτόχρονα ο μετρητής φυλάσσεται μετά την αποξήλωσή τουαπό τον ίδιο τον ΔΕΔΔΗΕ. Δηλαδή, τα ίδια όργανα του, εκτός των ελεγκτικών τους αρμοδιοτήτων, επωμίζονται και με τη φύλαξη του μετρητή αντί να ανατίθεται η φύλαξη και η διατήρησή του σε τρίτη, ανεξάρτητη δημόσια υπηρεσία.

4) Παράλειψη τεχνικού  ελέγχου της λειτουργικότητας του εκάστοτε μετρητή, κατά το χρόνο σύνδεσης μίας νέας παροχής, με αποτέλεσμα να μην διασφαλίζεται η καλή κατάσταση και πλήρης λειτουργικότητα του μετρητή κατά την έναρξη της νέας ηλεκτροδότησης. 

Όταν κανείς διακόψει τη συνεργασία του με έναν πάροχο και αποχωρήσει από ένα ακίνητο, τότε ο νέος κάτοχος του ακινήτου υποβάλλει αίτημα, για να ενεργοποιηθεί η παροχή και να εκκινήσει εκ νέου η ηλεκτροδότηση. Ο μετρητής, που θα χρησιμοποιηθεί δεν αλλάζει κάθε φορά που αλλάζει ο χρήστης της παροχής, παρά μόνο αν διαπιστωθεί βλάβη του μετρητή ή δυσλειτουργία του. Έτσι, όταν ο μετρητής δεν ελέγχεται κατά την έναρξη της ηλεκτροδότησης, τότε μία ενδεχόμενη επέμβαση από προηγούμενο χρήστη μπορεί να αποδοθεί στο νεότερο χρήστη, που μπορεί να μην έχει καμία γνώση περί της κατάστασης του μετρητή, ή περί της διαχείρισης μίας ηλεκτρολογικής παροχής.



Συμπεράσματα

Σε μία χρονική περίοδο κατά την οποία το κόστος του ηλεκτρικού ρεύματος έχει εκτιναχθεί, η πολιτεία καλείται να πατάξει το φαινόμενο της γενικευμένης κλοπής ηλεκτρικού ρεύματος. Το νομοθετικό πλαίσιο, που έχει θεσπισθεί, καταδεικνύει πως ο νομοθέτης αναγνώρισε την ανάγκη εφαρμογής μίας αδιάβλητης και διαφανούς διαδικασίας για τη διαπίστωση της ρευματοκλοπής. Η εκδίκαση, όμως, των υποθέσεων, που φτάνουν, στα Δικαστήρια φανερώνει πλημμέλειες κατά την διενέργεια των ελέγχων, σε τέτοια έκταση, ώστε η απόδειξη της ενοχής του κατηγορουμένου πέραν πάσης αμφιβολίας να καθίσταται ιδιαιτέρως δυσχερής. Σε μία περίοδο, που η τέλεση ρευματοκλοπής βρίσκεται σε έξαρση, η πιστή τήρηση της νομοθετημένης αυστηρής (για ελεγκτές και ελεγχόμενους) διαδικασίας για τη διαπίστωση του αδικήματος καθίσταται περισσότερο από ποτέ αναγκαία. Εάν δεν διασφαλισθεί η πιστή εφαρμογή της διαδικασίας, χωρίς πλημμέλειες, από τα ελεγκτικά όργανα, τότε τα Δικαστήρια θα αντιμετωπίσουν μεγάλες δυσχέρειες προκειμένου να εκτιμήσουν ακριβοδίκαια το αποδεικτικό υλικό κάθε επιμέρους σχετικής δικογραφίας και σε αυτή την περίπτωση αυτό θα αποτελέσει αφ'ενός , ουσιαστική παραδοχή της αδυναμίας της πολιτείας να διασφαλίσει την τήρηση του Εγχειριδίου Ρευματοκλοπών -που η ίδια νομοθέτησε- και αφ'ετέρου   σοβαρό πλήγμα  στην προσπάθεια διαφύλαξης και τήρησης του  τεκμηρίου αθωότητος του εκάστοτε κατηγορουμένου .      

 

Επικοινωνία

  • Υψηλάντου 103
  • Πειραιάς
  • 2104136886
  • Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Εγγραφείτε στα νέα μας